της Αγγελικής Μήλιου, βιολόγου, medlabnews.gr
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τον ρόλο του σεληνίου στη διατροφή. Καθώς στην Ευρώπη παρατηρείται μια απότομη μείωση των προσλήψεων σεληνίου, έντονη ανησυχία εκφράζεται για το ότι οριακές ελλείψεις μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισης χρόνιων ασθενειών, όπως ο καρκίνος και οι καρδιοπάθειες.
Κατάθλιψη, άγχος, δυσλειτουργίες του θυρεοειδή, ανεπάρκειες και προβλήματα του ανοσοποιητικού συστήματος, άσθμα, ψωρίαση, ρευματοειδής αρθρίτιδα, καταρράκτης, πολυκυστικές ωοθήκες, ηπατικές βλάβες, καρδιοπάθειες, καρκίνος, AIDS. Αυτές είναι μερικές από τις ασθένειες τις οποίες, προλαμβάνει και μάχεται το αντιοξειδωτικό ιχνοστοιχείο σελήνιο.
Το σελήνιο ενσωματώνεται στο σώμα σε έναν μεγάλο αριθμό ζωτικών πρωτεϊνών, που ονομάζονται σελήνιο-πρωτεΐνες (selenoproteins). Μέχρι τώρα έχουν προσδιοριστεί είκοσι πέντε τέτοιες πρωτεΐνες. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται: i) υπεροξειδάσες (peroxidises), οι οποίες έχουν σημαντικές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες και προστατεύουν τις μεμβράνες των κυττάρων από τις ελεύθερες ρίζες, ii) αποϊωδιονάσες (deiodinases), οι οποίες συμμετέχουν στην παραγωγή δραστικής μορφής της θυρεοειδικής ορμόνης (active thyroid hormone) και iii) πρωτεΐνες που συμμετέχουν στη δημιουργία και επιδιόρθωση του DNA.
To μεγαλύτερο μέρος του σεληνίου στους ιστούς βρίσκεται υπό τη μορφή σεληνιοκυστείνης και σεληνιομεθιονίνης. Η σεληνιομεθιονίνη αποτελεί την αποθηκευτική μορφή σεληνίου. Η σεληνιοκυστεΐνη είναι η βιολογικά δραστική μορφή σεληνίου. H σεληνιοκυστεΐνη είναι συστατικό διαφόρων σεληνιοπρωτεïνών όπως η περοξειδάση της
Πηγές του σεληνίου
Το σελήνιο βρίσκεται στο έδαφος, συγκεντρώνεται στα φυτά και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, περνάει στην τροφική αλυσίδα. Το σελήνιο βρίσκεται στα περισσότερα τρόφιμα. Πολύ καλές πηγές σεληνίου αποτελούν τα καρύδια (κυρίως τα καρύδια Βραζιλίας), τα ψάρια (σαρδέλα), τα θαλασσινά, τα εντόσθια (νεφρά και συκώτι) και το κρέας. Τα δημητριακά, τα λαχανικά και άλλα φυτά περιέχουν σελήνιο, αλλά η ποσότητα που περιέχουν ποικίλλει ανάλογα με το έδαφος στο οποίο μεγαλώνουν. Το ευρωπαϊκό έδαφος είναι σχετικά φτωχό σε σελήνιο σε σχέση με άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα η Αμερική, ο Καναδάς και η Κίνα.
Σελήνιο περιέχουν τα πλήρη δημητριακά, οι ηλιόσποροι, το καστανό ρύζι και τα κρεμμύδια.
Η πρόσληψη του σεληνίου στη Βόρεια Ευρώπη έχει γενικά μειωθεί αρκετά τις τελευταίες δεκαετίες. Τη δεκαετία του ‘70, οι προσλήψεις ήταν περίπου 60-70 μg ημερησίως, ενώ σήμερα η πρόσληψη εκτιμάται μόνο σε 30 μg ημερησίως για τις γυναίκες και 40 μg αντίστοιχα για τους άντρες, ποσότητα που αντιστοιχεί στη μισή περίπου της συνιστώμενης ημερησίως.
Εξασθένηση της άμυνας του οργανισμού
Η ανεπάρκεια σεληνίου οδηγεί σε απώλεια της δραστικότητας του ενζύμου με αποτέλεσμα καταστροφή των κυτταρικών μεμβρανών από συσσώρευση ελευθέρων ριζών.
Ο καρδιακός μυς είναι από τους πρώτους που επηρεάζεται από ανεπάρκεια σεληνίου. Μετά
την καταστροφή των κυτταρικών μεμβρανών, τα φυσιολογικά κύτταρα αντικαθίστανται από
ινοβλάστες, κατάσταση η οποία οδηγεί σε μυοκαρδιοπάθεια. Ενδημική μυοκαρδιοπάθεια
(νόσος του Keshan) εμφανίζεται κυρίως σε παιδιά και γυναίκες στην Κίνα. Μυοκαρδιοπάθεια και μυϊκή αδυναμία έχουν παρατηρηθεί σε μερικούς ασθενείς με παρεντερική χορήγηση υγρών χωρίς προσθήκη σεληνίου.
Η ανεπάρκεια σεληνίου προκαλεί βιοχημικές αλλαγές που μπορεί να προδιαθέσουν τους ανθρώπους στο να βιώνουν πρόσθετες πιέσεις για την ανάπτυξη ορισμένων ασθενειών. Για παράδειγμα, η έλλειψη σεληνίου σε συνδυασμό με ένα δεύτερο στρες (ενδεχομένως μια ιογενή λοίμωξη), οδηγεί σε ασθένεια Keshan, μια μορφή καρδιομυοπάθειας που εμφανίζεται σε μέρη της Κίνας. Η μείωση της παραγωγής σελήνιο - πρωτεΐνων επηρεάζει την επιδιόρθωση του DNA, μειώνει τις ανοσολογικές και αντιφλεγμονώδεις αντιδράσεις του οργανισμού και συνδέεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε ασθένειες, όπως ο καρκίνος και οι καρδιοπάθειες.
Η ανεπάρκεια σεληνίου συνδέεται επίσης με την ανδρική υπογονιμότητα και στη νόσο Kashin-Beck, ένα είδος οστεοαρθρίτιδας που εμφανίζεται σε ορισμένες περιοχές χαμηλού σελήνιου όπως στην Κίνα, στο Θιβέτ και στη Σιβηρία. Η έλλειψη σεληνίου μπορεί να επιδεινώνει την έλλειψη ιωδίου, αυξάνοντας δυνητικά τον κίνδυνο της κρετινισμού σε βρέφη. Αντίθετα, η πρόσληψη του σεληνίου στη Βόρεια Ευρώπη έχει γενικά μειωθεί αρκετά τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω της μεγαλύτερης κατανάλωσης εισαγόμενων σιτηρών που περιέχουν μέχρι και 50 φορές περισσότερο σελήνιο.
Κύρια λειτουργία του σεληνίου είναι να εμποδίζει την οξείδωση των λιπιδίων ως ένα συστατικό του ενζύμου γλουταθειόνης υπεροξειδάσης. Είναι ένα σημαντικό αντιοξειδωτικό, ιδιαίτερα όταν συνδυάζεται με βιταμίνη Ε. Προστατεύει το ανοσοποιητικό προλαμβάνοντας τον σχηματισμό ελευθέρων ριζών που μπορούν να βλάψουν το σώμα. Παίζει έναν σημαντικό ρόλο στο να ρυθμίζει τις επιδράσεις της ορμόνης του θυρεοειδούς στον μεταβολισμό των λιπών.
Το σελήνιο έχει επίσης βρεθεί ότι λειτουργεί προληπτικά κατά του σχηματισμού συγκεκριμένων τύπων όγκων. Μια μελέτη βρήκε ότι οι άνδρες που έπαιρναν 200 mcg σεληνίου καθημερινά για πάνω από δέκα χρόνια είχαν 50% λιγότερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο των πνευμόνων, του προστάτη και του ορθού εντέρου σε σύγκριση με τους άνδρες που δεν έπαιρναν.
Το σελήνιο και η βιταμίνη Ε δρουν συνεργιστικά, για να βοηθήσουν στην παραγωγή αντισωμάτων και για να διατηρούν υγιή την καρδιά και το συκώτι. Αυτό το ιχνοστοιχείο χρειάζεται για τη λειτουργία του παγκρέατος και για την ελαστικότητα των ιστών. Όταν συνδυάζεται με βιταμίνη Ε και ψευδάργυρο, μπορεί να προσφέρει ανακούφιση από έναν διογκωμένο προστάτη. Τα συμπληρώματα σεληνίου έχουν βρεθεί ότι προστατεύουν το συκώτι των ανθρώπων με κίρρωση από αλκοόλ. Μελέτες που διεξήχθησαν από το πανεπιστήμιο του Μαϊάμι δείχνουν ότι η λήψη συμπληρωμάτων σεληνίου μπορεί να αυξάνει την επιβίωση των ανθρώπων με AIDS αυξάνοντας τον αριθμό των ερυθρών και λευκών αιμοσφαιρίων. Μπορεί να βοηθήσει στη θεραπεία της αρθρίτιδας, της καρδιαγγειακής ασθένειας, της ανδρικής στειρότητας, του καταρράκτη, του AIDS και της υπέρτασης. Το σελήνιο ενσωματώνεται σε 25 πρωτεΐνες, τις σεληνιοπρωτεϊνες, που παίζουν σημαντικό ρόλο σε έναν αριθμό σωματικών δραστηριοτήτων, από τη δραστηριοποίηση των θυρεοειδικών ορμονών ώς την επαναδημιουργία της βιταμίνης C.
Η έλλειψη σεληνίου έχει συνδεθεί με καρκίνο και καρδιοπάθεια. Έχει επίσης συνδεθεί με εξάντληση, καθυστέρηση της ανάπτυξης, μολύνσεις, ηπατική βλάβη και στειρότητα. Υπάρχει η σκέψη ότι η έλλειψη σεληνίου μπορεί να συνδέεται με μια ποικιλία ιικών μολύνσεων, από νέες ποικιλίες γρίπης ώς τον Ebola, σε άτομα με έλλειψη σεληνίου σε περιοχές όπως η Αφρική και η Κίνα, όπου υπάρχει λίγο ή καθόλου σελήνιο στο έδαφος.
Το σελήνιο μπορεί να βρίσκεται στο κρέας και στα δημητριακά ανάλογα με το περιεχόμενο σεληνίου του εδάφους, όπου η τροφή καλλιεργείται. Επειδή τα εδάφη της Νέας Ζηλανδίας είναι φτωχά σε σελήνιο, τα βοοειδή και τα πρόβατα που εκτρέφονται εκεί έχουν πάθει διάσπαση του μυϊκού ιστού, συμπεριλαμβανομένου του καρδιακού μυός. Παρ’ όλα αυτά η ανθρώπινη πρόσληψη σεληνίου εκεί είναι επαρκής λόγω του εισαγόμενου αυστραλέζικου σιταριού. Το έδαφος πολλών αμερικανικών χωραφιών είναι χαμηλό σε σελήνιο, έχοντας ως αποτέλεσμα παραγωγή ελλιπή σε σελήνιο.
Σελήνιο και καρκίνος
Ο ρόλος του σεληνίου στην ανάπτυξη του καρκίνου μελετήθηκε εκτενώς πρόσφατα. Παρόλο που υπάρχουν πιθανοί μηχανισμοί με τους οποίους οι σελήνιο-πρωτεΐνες θα μπορούσαν να μειώσουν την πιθανότητα ανάπτυξης καρκίνου (για παράδειγμα, εξουδετερώνοντας τις ελεύθερες ρίζες που προκαλούν βλάβες στο DNA), φάνηκε τελικά πως οι ενδείξεις για το ότι τα τρόφιμα που περιέχουν σελήνιο προστατεύουν τον άνθρωπο από τον κίνδυνο ανάπτυξης οποιασδήποτε μορφής καρκίνου, πλην του καρκίνου του προστάτη, είναι περιορισμένες. Οι σελήνιο-πρωτεΐνες μπορεί να μειώσουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του προστάτη, επειδή συμμετέχουν στην παραγωγή της τεστοστερόνης, ορμόνης που αποτελεί σημαντικό ρυθμιστή, τόσο της φυσιολογικής όσο και της μη φυσιολογικής ανάπτυξής του.
Επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει μια αντίστροφη σχέση μεταξύ της κατάστασης του σεληνίου και τον κίνδυνο καρκίνου του προστάτη, των πνευμόνων, της ουροδόχου κύστης, του δέρματος, του οισοφάγου, και γαστρικών καρκίνων.
Ασφαλή όρια πρόσληψης σεληνίου
Στην Ευρώπη, ως ανώτατο ασφαλές όριο για την πρόσληψη σεληνίου ορίστηκε το 300 μg ημερησίως για τους ενήλικες, όριο το οποίο σταδιακά ελαττώνεται έως τα 60 μg ημερησίως για τα παιδιά ηλικίας 1-3 χρονών. Η υπέρβαση των ορίων αυτών μπορεί, σε ήπιες περιπτώσεις, να προκαλέσει δερματικές βλάβες, τριχόπτωση και απώλειες ονύχων, ενώ η πρόσληψη μεγάλης δόσης σεληνίου για μεγάλο χρονικό διάστημα (πάνω από 900 μg ημερησίως) μπορεί να προκαλέσει νευρολογικές διαταραχές, όπως μούδιασμα, σπασμούς, ακόμα και παράλυση. Υπερβολική πρόσληψη σεληνίου από το φαγητό είναι σπάνιο φαινόμενο, αλλά περιπτώσεις τοξικότητας έχουν αναφερθεί σε παιδιά στην Σουηδία, τα οποία κατανάλωσαν κατά λάθος υπερβολική ποσότητα ταμπλετών σεληνίου.
Οι μέτριες προσλήψεις είναι καλύτερες
Αν και τα επίπεδα πρόσληψης σεληνίου στην Ευρώπη έχουν μειωθεί, είναι ακόμα επαρκή για να προλάβουν εμφανή σημάδια ελλείψεων. Είναι, μάλιστα, τα επίπεδα αυτά παρόμοια με άλλων περιοχών ανά τον κόσμο (βλέπε πίνακα). Τα επίπεδα σελήνιο- πρωτεϊνών φαίνεται να προσεγγίζουν τα ανώτατα όρια σχετικά εύκολα, όταν υπάρχει μια φυσιολογική διαιτητική πρόσληψη, ενώ δεν παρουσιάζουν περαιτέρω αύξηση με συμπληρωματική χορήγηση. Η άποψη αυτή είναι σύμφωνη με μια πρόσφατη ανασκόπηση σχετικά με τα συμπληρώματα αντιοξειδωτικών ουσιών, η οποία έδειξε ότι δεν υπάρχουν ξεκάθαρα οφέλη από την επιπρόσθετη πρόσληψη σεληνίου από μη διατροφικές πηγές. Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να εξασφαλίσουν επαρκείς προσλήψεις σεληνίου μέσω ποικιλίας στη διατροφή τους.
Χρονίως υψηλές προσλήψεις των οργανικών και ανόργανων μορφών σεληνίου έχουν παρόμοια αποτελέσματα. Πρόωρος δείκτες της υπερβολικής πρόσληψης σεληνίου είναι μια μυρωδιά σκόρδου στην αναπνοή και μια μεταλλική γεύση στο στόμα. Τα πιο κοινά κλινικά συμπτώματα χρονίως υψηλών επιπέδων πρόσληψης σεληνίου είναι η απώλεια των μαλλιών και των νυχιών ή η ευθραυστότητά τους.
ΠΡΟΣΟΧΗ
Συμπτώματα σεληνίωσης (εξαιρετικά υψηλών επιπέδων σεληνίου, πάνω από 900μg) μπορούν να περιλαμβάνουν αρθρίτιδα, εύθραυστα νύχια, άσχημη μυρωδιά αναπνοής, γαστρεντερικές παθήσεις, απώλεια μαλλιών, βλάβη στο ήπαρ και στα νεφρά, μεταλλική γεύση στο στόμα, χλομάδα και απώλεια δοντιών. Δεν θα πρέπει να λαμβάνετε πάνω από 400 μg σεληνίου καθημερινά και περιλαμβάνει ποσότητα σεληνίου που προέρχεται από τα τρόφιμα (κατά μέσο όρο περίπου 100μg/ημέρα για τους ενήλικες), καθώς και από τα συμπληρώματα σεληνίου, εκτός και αν σας το συνταγογραφήσει ο διατροφολόγος σας. Τα βραζιλιάνικα φιστίκια περιέχουν αρκετό σελήνιο. Έτσι, αν λαμβάνετε συμπλήρωμα σεληνίου ή πολυβιταμίνη που περιέχει 200 μg σεληνίου, μην καταναλώνετε βραζιλιάνικα φιστίκια. Οι Έλληνες δεν συνηθίζουμε να τρώμε βραζιλιάνικα φιστίκια και εκτός αυτού τα φιστίκια αυτά είναι πολύ ακριβά.
0 commentaires:
Enregistrer un commentaire