Tο «Ονομα του Ρόδου» είναι ένας ύμνος της λογικής, μια ικανότητα απαραίτητη στην υπόθεση Νοvartis: Αν γιατροί και δημόσιοι υπάλληλοι χρηματίζονταν, γιατί οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι το ανέχτηκαν; Οπως ρωτά ένας άλλος λογοτεχνικός ήρωας, ο Σέρλοκ Χολμς, «Γιατί δεν γαύγισε ο σκύλος;»
Στο περίφημο μυθιστόρημα του Ουμπέρτο Εκο «Το Όνομα του Ρόδου», ο Βενεδικτίνος μοναχός Γουίλιαμ του Μπάσκερβιλ επισκέπτεται ένα μοναστήρι της βόρειας Ιταλίας. Εκεί, έρχεται αντιμέτωπος με περίεργους φόνους μοναχών. Το μοναστήρι ταράζεται. Οι επικρατούσες εξηγήσεις είναι γεμάτες προλήψεις και δεισιδαιμονίες. Ο Γουίλιαμ, με όπλο τη λογική, καταφέρνει να εξιχνιάσει τις δολοφονίες. Το μυθιστόρημα του Εκο μπορεί να ιδωθεί, συν τοις άλλοις, και ως ένας ύμνος στη δύναμη της λογικής.
Είναι μια ικανότητα που τη χρειαζόμαστε ιδιαίτερα στη συζήτηση του σκανδάλου Novartis. Οι παραταξιακοί αναλυτές δεν αναζητούν επιχειρήματα να πεισθούν, εφόσον έχουν ήδη καταλήξει στην άποψή τους εκ των προτέρων. Το σκάνδαλο γι’ αυτούς είναι είτε κυβερνητική «σκευωρία», είτε μια ακόμα απόδειξη «διαφθοράς» των παλαιών κομμάτων εξουσίας. Για τον απροκατάληπτο, ορθολογικά σκεπτόμενο πολίτη, τίποτα δεν είναι προφανές – δεν υπάρχουν a priori ορθά συμπεράσματα – όλα πρέπει να συζητηθούν και να ερευνηθούν.
Ακολουθώντας το παράδειγμα του Γουίλιαμ, πώς θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τη λογική;
Πρώτον, όλοι αποδέχονται ότι υπάρχει σκάνδαλο με τις φαρμακευτικές δαπάνες. Τα στοιχεία είναι γνωστά και κοινώς αποδεκτά. Τη δεκαετία του 2000, η Ελλάδα τετραπλασίασε τις δημόσιες φαρμακευτικές δαπάνες, ξοδεύοντας υπερδιπλάσιο ποσοστό από το μέσο όρο της ΕΕ. Eνας σημαντικός λόγος της τεράστιας αύξησης αυτών των δαπανών ήταν οι παράνομες υπερτιμολογήσεις φαρμάκων και ιατρικών υλικών, και οι αθέμιτες πρακτικές εταιριών φαρμάκων και υλικών για την προώθηση των προϊόντων τους από αργυρώνητους γιατρούς. Αυτά, όπως είδαμε στη σχετική συζήτηση στη Βουλή, είναι αποδεκτά από όλα τα μέρη της διαμάχης.
Δεύτερον, είχαν εμπλακεί πολιτικοί σε αυτό το φαγοπότι; Δεν το ξέρουμε. Ξέρουμε όμως, από τη μέχρι τώρα εμπειρία μας, ότι, όταν το ελληνικό κράτος έχει καθοριστική συμβολή στη λήψη μεγάλων οικονομικών αποφάσεων δημοσίου συμφέροντος και, συγχρόνως, υπάρχει αποδεδειγμένα μαύρο χρήμα στο θεσμικό πεδίο που λαμβάνονται οι σχετικές αποφάσεις, συνήθως υπάρχει και πολιτική διαφθορά. Πώς το ξέρουμε αυτό; Το εικάζουμε με τον ίδιο τρόπο που εικάζουμε ότι αν έχει χιονίσει στη Μαλακάσα, ίσως χρειαστούμε αλυσίδες. Δεν είναι βεβαιότητα, είναι εύλογη εικασία,.
Αν δούμε, λοιπόν, το κύκλωμα διαφθοράς στο υπουργείο Aμυνας επί υπουργίας Τσοχατζόπουλου, την καταδίκη του πρώην υπουργού Μαντέλη για τα εμβάσματα της Siemens, την ομολογία του ταμία του ΠΑΣΟΚ για τα χρήματα που διαβιβάστηκαν από τον Χριστοφοράκο στο κόμμα μέσω Τσουκάτου, και, γενικότερα, τις ομολογημένες μίζες της Siemens για «την καλλιέργεια του πολιτικού τοπίου», μπορούμε να εικάσουμε ευλόγως ότι, ενδεχομένως, κάποιοι πολιτικοί που είχαν ρόλο σε αποφάσεις που αφορούν στη βιομηχανία φαρμάκων και ιατρικών υλικών έχουν εμπλακεί σε πράξεις διαφθοράς. Η ευλογοφάνεια δεν συνιστά λογική αναγκαιότητα, ούτε παρέχει βεβαιότητα. Παρέχει, όμως, κατ αρχάς, λόγους να κινηθεί κανείς προς ένα προσωρινό συμπέρασμα, το οποίο, βεβαίως, χρήζει περαιτέρω διερεύνησης και, ως εκ τούτου, είναι μαχητό. Μπορεί η εικασία να αποδειχθεί αβάσιμη, μπορεί όχι.
Τρίτον, οι φερόμενοι ως εμπλεκόμενοι πολιτικοί στο σκάνδαλο Novartis (ιδιαίτερα οι θητεύσαντες στο υπουργείο Υγείας) ισχυρίζονται ότι δεν είναι δυνατόν να δωροδοκήθηκαν από τη Novartis διότι, επί των ημερών τους, μειώθηκε σημαντικά η φαρμακευτική δαπάνη. Αποσιωπούν ότι την τεράστια φαρμακευτική δαπάνη δεν την περιέκοψαν οι ελληνικές κυβερνήσεις αλλά η τρόικα! Τα Μνημόνια ήταν αυτά που έθεσαν για πρώτη φορά και επέβαλλαν τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης. Οι υπουργοί απλά εκτέλεσαν κάτι που τους επιβλήθηκε. Άλλα, λοιπόν, είναι τα επιχειρήματα που πρέπει να προσκομίσουν για να υπερασπιστούν τη μη εμπλοκή τους.
Το ενδιαφέρον δεν είναι ποιοι περιέκοψαν τη φαρμακευτική δαπάνη, αλλά ποιοι τη διόγκωσαν. Κανένα κόμμα που κυβέρνησε τη δεκαετία του 2000 δεν ανέλαβε την ευθύνη για την ανορθολογική εκτίναξη των φαρμακευτικών δαπανών (ιδιαίτερα επί πρωθυπουργίας Καραμανλή) και το μαύρο χρήμα στην υγεία. Κανένα κόμμα δεν ομολόγησε την τεράστια ευθύνη του για την κακοδιοίκηση νοσοκομείων και τις κομματικές διοικήσεις τους. Αν διεφθαρμένοι γιατροί και δημόσιοι υπάλληλοι χρηματίζονταν, γιατί οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι το ανέχτηκαν; Οπως ρωτά ο Σέρλοκ Χολμς, «Γιατί δεν γαύγισε ο σκύλος;». Να ένα ενδιαφέρον ερώτημα…!
Τέταρτον, πώς μπορεί η εικασία για πολιτική διαφθορά να μετατραπεί σε βεβαιότητα (είτε για την αποδοχή της είτε για την απόρριψή της); Στο κράτος δικαίου ένας είναι ο τρόπος: η έρευνα της Δικαιοσύνης. Αλλά για να αποδεχθούμε τις αποφάσεις της πρέπει να την εμπιστευόμαστε. Όταν η Δικαιοσύνη εμπλέκεται στην κομματική σύγκρουση (όχι μόνο τώρα, αλλά εδώ και μερικές δεκαετίες), πώς θα είμαστε βέβαιοι για την αμεροληψία και εγκυρότητα των συμπερασμάτων της; Το δυστύχημα είναι ότι στο ελληνικό πολιτικό-θεσμικό σύστημα το ερώτημα «πολιτικό σκάνδαλο ή πολιτική σκευωρία;» είναι, πιθανότατα, μη απαντήσιμο, κι αυτό είναι ακόμη χειρότερο και από το ίδιο το σκάνδαλο Novartis – είναι δείγμα της θεσμικής κατάπτωσης της χώρας.
Σε τελική ανάλυση, η λογική του Γουίλιαμ είναι ένα υπέροχο εργαλείο αρκεί να το χρησιμοποιείς σωστά. Μόνο η εμπιστοσύνη στους θεσμούς δημιουργεί το πλαίσιο στο οποίο η χρήση της λογικής θα αποφέρει αξιέμπιστα συμπεράσματα. Αλλά αυτή η εμπιστοσύνη έχει διασαλευθεί προ πολλού. Γι’ αυτό δεν θα βγούμε εύκολα από το βούρκο.
Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick.
0 commentaires:
Enregistrer un commentaire