Η ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ συμβαίνει τώρα. Η αύξηση της θερμοκρασίας παγκοσμίως είναι αδιαμφισβήτητη και φαίνεται από την αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας του αέρα και των ωκεανών, την εκτεταμένη τήξη του χιονιού και του πάγου, και την άνοδο του παγκόσμιου μέσου επιπέδου της θάλασσας. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν αλλάξει σε συχνότητα αλλά και ένταση. Τα επεισόδια καύσωνα έχουν γίνει συχνότερα στις περισσότερες χερσαίες εκτάσεις και η συχνότητα των έντονων καιρικών κατακρημνισμάτων έχει αυξηθεί στις περισσότερες περιοχές. Οι πλημμύρες , η ξηρασία, οι απότομες βροχοπτώσεις, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, η κλιματική αλλαγή γενικότερα οδηγούν σε μείωση της αγροτικής παραγωγής, της κτηνοτροφίας και άρα σε μείωση της διαθεσιμότητας τροφής , σε παγκόσμια πείνα και άρα σε υποσιτισμό. Το 1990, 520 εκατομμύρια άνθρωποι απειλήθηκαν με τον κίνδυνο της πείνας σύμφωνα με Αμερικανούς και Βρετανούς επιστήμονες. Ο υποσιτισμός και η πείνα επηρεάζει όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους αλλά κυρίως τα παιδιά. (WHO, teachers guide, 2008) Επιπλέον η πείνα η οποία σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην κλιματική αλλαγή, παραμένει μία κύρια αιτία πολέμου και μετανάστευσης. (Zhang, 2007).
Η αλλαγή του κλίματος πρόκειται να επηρεάσει αναπόφευκτα-ήδη έχουμε πολλές πρώτες ενδείξεις- τις βασικές απαιτήσεις για την διατήρηση της υγείας, όπως ο καθαρός αέρας και το νερό, η επαρκής τροφή και η ύπαρξη καταλύματος. Κάθε χρόνο, περίπου 800.000 άνθρωποι πεθαίνουν από αιτίες όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση, 1,8 εκατ. από διάρροια που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην έλλειψη πρόσβασης σε πόσιμο νερό και σύστημα αποχέτευσης καθώς και από την κακή υγιεινή, 3,5 εκατ. από τον υποσιτισμό και περίπου 60.000 από φυσικές καταστροφές. Η κλιματική αλλαγή δημιουργεί επίσης νέες προκλήσεις για τον έλεγχο των μολυσματικών ασθενειών. Πολλές από τις μείζονες αιτίες θανάτου είναι τα νοσήματα που συνδέονται με την αλλαγή των κατακρυμνησμάτων, συμπεριλαμβανομένης της χολέρας και άλλων διαρροϊκών ασθενειών, καθώς και ασθενειών όπως η ελονοσία, ο δάγκειος πυρετός και άλλες λοιμώξεις που μεταδίδονται με διαβιβαστές. Εν ολίγοις, η κλιματική αλλαγή απειλεί να επιβραδύνει, ακόμα και να αντιστρέψει την πρόοδο που έχει σημειώσει η παγκόσμια κοινότητα για τη δημόσια υγεία αναφορικά με τις προαναφερθείσες ασθένειες. Οι σταδιακές αλλαγές στη διαθεσιμότητα του γλυκού νερού, οι μεταβολές στην παραγωγή τροφίμων, και η αύξηση της στάθμης της θάλασσας έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τον κίνδυνο ακόμα και εμφύλιων συρράξεων.
Εκατομμύρια άνθρωποι σε Αφρική και Ασία απειλούνται με λιμό λόγω της αλλαγής του κλίματος, που επιφέρει δραματικές αλλαγές στην αγροτική παραγωγή και οδηγεί έως το 2050 σε υπερδιπλασιασμό των τιμών των βασικών ειδών διατροφής.
Οι κίνδυνοι για τη μελλοντική παραγωγή των τροφίμων αυξάνονται δραματικά λόγω του ότι η θερμοκρασία ανεβαίνει, ενώ παράλληλα αυξάνονται οι πλημμύρες και τα φαινόμενα ξηρασίας. Ένα μεγάλο μέρος της Αφρικής, τονίζουν, απειλείται με ερημοποίηση.
Το 2050 στη Γη θα κατοικούν 2,5 δισ. άνθρωποι περισσότεροι από ό,τι σήµερα, σύµφωνα µε τις επιστηµονικές προβλέψεις. Είναι λοιπόν απαραίτητο να διπλασιαστεί η παραγωγή τροφίμων μέχρι το 2050, ώστε να αντιμετωπιστεί η αύξηση του πληθυσμού καθώς και η αυξημένη κατανάλωση κρέατος από τους πλουσιότερους καταναλωτές, συνεκτιμώντας ταυτόχρονα τις νέες συνθήκες που θα διαμορφωθούν εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής (απώλεια βιοποικιλότητας, υποβάθμιση της ποιότητας του εδάφους και του νερού).
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στα τρόφιμα
- Ο ζεστός και ξηρός καιρός βλάπτει τα τεύτλα και τα καρότα. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι στο μέλλον θα έχουμε τεύτλα με λιγότερο χρώμα και καρότα με λιγότερη γεύση και κακή υφή.
- Σε περιοχές με συνδυασμό υγρασίας και ζέστης, οι πατάτες είναι περισσότερο ευάλωτες στον καταστρεπτικό περονόσπορο.
- Η άνοδος της θερμοκρασίας και η ξηρασία θα οδηγήσει σε καχεκτικές καλλιέργειες σιταριού και άλλων δημητριακών, που θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών, ενώ το αυξημένο κόστος θα επηρεάσει τις διατροφικές συνήθειες και των ζώων, που τρέφονται κατά βάση με δημητριακά.
- Όσον αφορά τα ζώα (από τα κοτόπουλα μέχρι τις αγελάδες), που δεν θα μπορέσουν εύκολα να προσαρμοστούν στις νέες, αυξημένες θερμοκρασίες, ενδέχεται να μειωθεί σημαντικά η όρεξή τους (κυρίως στα πουλερικά) με αποτέλεσμα να έχουν πιο σκληρό, πιο ινώδες κρέας.
- Από τα συχνότερα κύματα καύσωνα θα επηρεαστεί και η παραγωγή γάλακτος από τις αγελάδες. Οι επιστήμονες προειδοποιούν για μείωση 10 έως 25%, που μπορεί να φτάσει ακόμη και το 45% σε εξαιρετικά ακραίες καιρικές συνθήκες.
Είναι σαφές ότι η άνοδος της θερμοκρασίας έχει ίδιες επιδράσεις σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη.
Οι φόβοι για τα τρόφιμα και η κίνηση για τα οργανικά προϊόντα έχουν καταστήσει πιο πολύπλοκη τη διαδικασία επιλογής των τροφίμων. Οι αλλαγές στην επιλογή των τροφίμων πρέπει να γίνονται βαθμιαία και με τρόπο τέτοιο, που να συνάδει με τις προτιμήσεις και τον τρόπο ζωής του κάθε ατόμου χωριστά. Το να τρώμε πιο υγιεινά πρέπει να έχει θετική επίδραση στην υγεία μας, χωρίς να μειώνει την απόλαυση της ζωής ή να επηρεάζει τις σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους.
Η ποιότητα των τροφίµων µπορεί να οριστεί ως το σύνολο εκείνων των χαρακτηριστικών που έχουν σηµασία για τον καθορισµό του βαθµού αποδεκτότητας του καταναλωτή. Αν και η αποδεκτότητα γίνεται αντιληπτή µε τις αισθήσεις, εν τούτοις εκτός από τις οργανοληπτικές ιδιότητες στην αποδεχόµενη ποιότητα ενός προϊόντος συνεισφέρει ένας αριθµός συντελεστών. Η µικροβιολογική ακεραιότητα, άλλοι συντελεστές ασφάλειας και το θρεπτικό περιεχόµενο είναι όλα πολύ σηµαντικά.
Ο καταναλωτής κυριολεκτικά αγνοεί τι καταναλίσκει. Δεν γνωρίζει για παράδειγμα ότι η σύνθεση σε λίπος ενός «βιομηχανικού αυγού» δεν έχει καμία σχέση με αυτήν της κότας που βόσκει στην εξοχή. Ότι το μαύρο ψωμί με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες έχει υψηλότερη διατροφική αξία από το λευκό. Επιπρόσθετα δεν γνωρίζει και τα συστατικά με τα οποία παρασκευάζονται τα φαγητά που καταναλίσκει ακόμη και στα λεγόμενα εστιατόρια πολυτελείας. Η εμφάνιση των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων έδωσε το τελειωτικό κτύπημα στην «αθωότητα» της τροφής μας. Η ποσότητα, η εμφάνιση, η γεύση και το άρωμα δεν εξαρτώνται πια από το σπόρο, το έδαφος, τον καιρό, το πότισμα αλλά από τις παρεμβάσεις στο γενετικό κώδικα του φυτού η του φρούτου.
Τα τρόφιμα, το νερό, τα ποτά ακόμη και ο αέρας δεν έχουν πλέον το τεκμήριο της καθαρότητας. Η αστικοποίηση του πληθυσμού και η αδυναμία του να καλλιεργεί η να προμηθεύεται τη τροφή του από δικές του πηγές οδήγησε τις τελευταίες δεκαετίες στη βιομηχανική παραγωγή και επεξεργασία των τροφίμων. Οι προσπάθειες για τυποποίηση και ποιοτικό έλεγχο δεν φαίνεται να επιτυγχάνουν πάντα το σκοπό τους και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις από τη «βιομηχανική μόλυνση» του περιβάλλοντος μας δεν είναι δυνατόν ακόμη να αξιολογηθούν. Τα τελευταία χρόνια η ποιότητα αποτελεί πρωταρχικό κριτήριο επιλογής για την αγορά προϊόντων άλλα και υπηρεσιών από τους καταναλωτές.
Μπροστά στη παγκόσμια αυτή απειλή αποτέλεσμα της κοινωνικής, οικονομικής και κυρίως τεχνολογικής ανάπτυξης εμείς οι καταναλωτές θα πρέπει να επιλέγουμε με προσοχή τη ποσότητα αλλά κυρίως τη ποιότητα των τροφίμων που επιλέγουμε. Η επαρκής ενημέρωση μας για τα τρόφιμα που αγοράζουμε είναι καθήκον της Πολιτείας, των βιομηχανιών, των παραγωγών, των μέσων ενημέρωσης και των ενώσεων των καταναλωτών.
Η επιστροφή στις ρίζες της διατροφής μας, στη Μεσογειακή διατροφή, οι έξυπνες αγορές στο σούπερ μάρκετ και η σωστή συντήρηση των τροφίμων είναι τα «κλειδιά», ώστε να τρώμε υγιεινά, χωρίς να χρειάζεται να ξοδεύουμε μια περιουσία στο φαγητό.
Πληθώρα μελετών δείχνουν ότι υπάρχει συσχέτιση μεταξύ χαμηλού οικονομικού στάτους και παχυσαρκίας/ ανθυγιεινών διατροφικών συνηθειών, αφού τα άτομα αυτά επιλέγουν συχνά τροφές χαμηλής θρεπτικής αξίας, που είναι πιο οικονομικές. Αξίζει να αναφέρουμε ότι τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε trans λιπαρά (τα λεγόμενα «κακά λιπαρά»), σε αλάτι και ζάχαρη, αποτελούν την πρώτη επιλογή στις αγορές αυτών των στρωμάτων, εν αντιθέσει με πιο υγιεινές επιλογές. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα, το ψάρι, τα φρούτα και τα λαχανικά, κοστίζουν περισσότερο από μία μπριζόλα ή ένα σακουλάκι πατατάκια ή έναν γύρο σουβλάκι.
Σύμφωνα με μεγάλη μελέτη του Ελληνικού Ιδρύματος Καρδιολογίας (ΕΛ.Ι.ΚΑΡ), μεγάλη μερίδα του ελληνικού πληθυσμού έχει εγκαταλείψει τη μεσογειακή διατροφή. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το 19% των ανθρώπων που συμμετείχαν στη μελέτη ήταν παχύσαρκοι, 42% υπέρβαροι και 58% ακολουθούσαν καθιστικό τρόπο ζωής, επαναφέρει την ανάγκη να δοθεί και πάλι έμφαση στον μεσογειακό τρόπο διατροφής, που στηρίζεται στην κατανάλωση ελαιολάδου, ψαριών, λαχανικών, φρούτων, δημητριακών, οσπρίων και γαλακτοκομικών. Όλα αυτά μας παρέχουν, αναγκαία θρεπτικά συστατικά, βιταμίνες και μέταλλα, που είναι σημαντικά για άριστη σωματική και πνευματική μας ανάπτυξη.
Διαβάστε επίσης
0 commentaires:
Enregistrer un commentaire