του Ξενοφώντα Τσούκαλη, M.D., medlabnews.gr
Η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα (ΡΑ) είναι μια αυτοάνοση νόσος που ωθεί το ανοσοποιητικό σύστημα ενός ατόμου να στραφεί εναντίον του, προκαλώντας βλάβες στα τοιχώματα των ιστών και των αρθρώσεων.
Το ανοσοποιητικό σύστημα στρέφεται εναντίον του ίδιου του οργανισμού προκαλώντας καταστροφές σε αρθρώσεις αλλά και άλλα όργανα (μάτια, δέρμα, πνεύμονες, καρδιά). Η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, προκαλεί χρόνιο πόνο και μη αναστρέψιμη βλάβη των αρθρώσεων, εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα.
Είναι πιο συχνή σε γυναίκες και άτομα ηλικίας 30-60 ετών αν και ορισμένοι τύποι αρθρίτιδας μπορεί να επηρεάσουν και παιδιά.
Η αρθρίτιδα αποτελεί μία από τις συχνότερες παθήσεις του ανθρώπου, μία από τις πρώτες αιτίες επίσκεψης των ασθενών στα ιατρεία και έναν από τους βασικούς λόγους απουσίας από τις επαγγελματικές αλλά και από τις καθημερινές δραστηριότητες.
Υπολογίζεται ότι, 103.000.000 άτομα στην Ευρώπη υποφέρουν από αρθρίτιδα και άλλες ρευματικές νόσους. Στη χώρα μας, το 15% περίπου του πληθυσμού (περισσότερο από 1.500.000 άτομα) επισκέπτονται το γιατρό με κάποιο πρόβλημα, που σχετίζεται με πόνο στις αρθρώσεις ή στον υπόλοιπο σκελετό.
Οι ρευματικές και οι μυοσκελετικές παθήσεις, όπως η οσφυαλγία, το αυχενικό σύνδρομο και οι φλεγμονώδεις αρθρίτιδες (ρευματοειδής αρθρίτιδα, αγκυλοποιητική, ψωριασική αρθρίτιδα) καθώς και η οστεοαρθρίτιδα, επηρεάζουν τους Έλληνες περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο χρόνιο πρόβλημα υγείας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας, στην Ελλάδα ζουν περίπου 100.000 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα με το 25% να σταματά να εργάζεται σε διάστημα 5 ετών.
Δυστυχώς, υπάρχει σημαντική καθυστέρηση στην έγκαιρη διάγνωση σε ασθενείς με Ρευματοειδή Αρθρίτιδα στην Ελλάδα καθώς μόνο στο 27% η διάγνωση γίνεται στο πρώτο 3μηνο από την έναρξη της νόσου. Το γεγονός αυτό έχει σημαντική επίπτωση στην εξέλιξη του νοσήματος.
Αυτό που κάνει την αντιμετώπισή της δύσκολη, είναι το γεγονός ότι τα αίτια εμφάνισης της νόσου παραμένουν άγνωστα. Γνωρίζουμε βέβαια ότι η αρθρίτιδα μπορεί να επηρεάσει άτομα κάθε ηλικίας.
Οι επιπτώσεις της ασθένειας μπορεί να δυσχεράνουν την ολοκλήρωση καθημερινών εργασιών, ωθώντας αρκετούς ανθρώπους να αφήσουν την εργασία τους ή ακόμη και τις καθημερινές ασχολίες τους.
Κλειδί στην καλή εξέλιξη της πορείας της νόσου είναι η ανάπτυξη μιας καλής σχέσης μεταξύ γιατρού και ασθενή και το χτίσιμο κοινών στόχων που αφορούν την ασθένεια. Σήμερα το 1/3 των ασθενών θα βγει σε πρόωρη συνταξιοδότηση και το 30-40% δηλώνει ανικανότητα για εργασία πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση. Με την έλευση των βιολογικών παραγόντων έχει υπάρξει βελτίωση της ικανότητας των ρευματοπαθών για εργασία αλλά ακόμα υπολείπεται σημαντικά έναντι του γενικού πληθυσμού.
Η διαχείριση των ασθενών με χρόνια φλεγμονώδη αρθρίτιδα που δεν ανταποκρίνονται καλά στη θεραπεία απασχολεί πλέον τους ειδικούς, καθώς πρόκειται για μια μεγάλη κατηγορία ασθενών που μέχρι σήμερα δεν έτυχε του ανάλογου ενδιαφέροντος, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Η κατηγορία αυτή των ασθενών που με την ενδεδειγμένη θεραπεία αντιμετωπίζουν σ' ένα βαθμό το πρόβλημά τους χωρίς, όμως, να γίνονται απολύτως καλά, υπολογίζεται περίπου στο 30%. Αν και δίνεται έμφαση στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπευτική παρέμβαση, χάνεται πολύτιμος χρόνος στους περισσότερους ασθενείς μέχρι να λάβουν το φάρμακο που τους ταιριάζει.
Η μέτρηση της ποιότητας ζωής των ασθενών με ΡΑ έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί φωτογραφίζει την κατάσταση της υγείας τους τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Από την μέτρηση αυτή μπορούν να εξαχθούν πολλά συμπεράσματα για το επίπεδο υγείας κάθε ασθενούς αλλά και κάθε συγκεκριμένης ομάδας ξεχωριστά. Η αποτύπωση αυτή μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τα προβλήματα και τις ανάγκες των ασθενών αυτών. Επιπλέον, η μέτρηση της ποιότητας ζωής έχει ρόλο-κλειδί στην αξιολόγηση της πορείας νόσου, στην εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των ιατρικών θεραπειών και των υγειονομικών παρεμβάσεων στο σύνολό τους καθώς και στο σχεδιασμό μελλοντικών θεραπειών.
Χρειάζονται τεκμηριωμένες απαντήσεις σε ερωτήματα, όπως μεταξύ άλλων ποιό φάρμακο ταιριάζει σε ποιόν ασθενή, ποιος είναι ο ακριβής ορισμός της ύφεσης στα διάφορα συμπτώματα, πόσο διαρκεί η θεραπεία, πως μπορεί να βελτιωθεί η συμμόρφωση των ασθενών στη θεραπεία.
Η δημιουργία της απαραίτητης συναισθηματικής σχέσης ιατρού-ασθενούς είναι ένα από τα κυριότερα συστατικά για την αποτελεσματική μεταξύ τους επικοινωνία, η οποία με τη σειρά της θα συμβάλλει στην επιτυχία της θεραπευτικής αντιμετώπισης. Στη σχέση αυτή, ο ιατρός αντιλαμβάνεται τα προβλήματα που παρουσιάζει ο ασθενής τόσο από σωματικής πλευράς όσο και από ψυχολογικής και κοινωνικής.
Από την αντίθετη πλευρά, ο ασθενής λόγω της συναισθηματικής σχέσης που έχει αναπτυχθεί αντιλαμβάνεται ότι ο ιατρός μπορεί να κατανοήσει και να συμμεριστεί τα προβλήματά του. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πολλές φορές χαρακτηρίζεται κάποιος ως καλός ιατρός. Καλός ιατρός είναι εκείνος που εκτός από τις ιατρικές του γνώσεις έχει την ικανότητα να δημιουργεί σταδιακά διαπροσωπικές σχέσεις με τους ασθενείς του, με τους συγγενείς αυτών και με τους υπόλοιπους επαγγελματίες υγείας οι οποίοι εργάζονται μαζί για ένα σκοπό, την προαγωγή υγείας του ανθρώπινου πληθυσμού.
Για να μπορέσει να βοηθήσει ο γιατρός τον ασθενή με ΡΑ θα πρέπει να θεμελιωθεί μια καλή σχέση.
Συμβουλές για να έχετε τα καλύτερα αποτελέσματα στην επίσκεψή σας στον γιατρό:
• Προετοιμάστε τι θα πείτε στον γιατρό σας πολύ πριν την επίσκεψη
• Κρατήστε σημειώσεις. Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που μπορείτε να κάνετε είναι να φτιάξετε μια λίστα με όλες σας τις ερωτήσεις πριν πάτε στον γιατρό. Με αυτόν τον τρόπο θα είστε προετοιμασμένοι από πριν και έτσι ο γιατρός θα ξέρει καλύτερα πώς να διαχειριστεί τον χρόνο που έχει. Επιπρόσθετα η επίσκεψη σας θα είναι πιο εποικοδομητική καθώς θα λυθούν όλες οι απορίες σας.
• Μορφώστε τον εαυτό σας. Η μόρφωση του ασθενή παίζει σημαντικό ρόλο στην καλή επικοινωνία με τον γιατρό. Μαζέψτε υλικό για την κατάστασή σας και διαβάστε το. Έτσι θα έχετε μια καλύτερη ιδέα για το τι σας συμβαίνει και το πώς μπορείτε να το αντιμετωπίσετε. Επίσης προσπαθήστε να εξοικειωθείτε με την ιατρική ορολογία της ασθένειάς σας.
• Να είστε ειλικρινείς. Η ειλικρίνεια είναι στοιχείο της καλής επικοινωνίας. Μην φοβάστε να εκφράσετε στον γιατρό σας τους φόβους και τις αμφιβολίες σας. Αν έχετε πρόβλημα με κάποιο από τα φάρμακα που θα σας γράψει είναι προτιμότερο να του το πείτε παρά να σας τα γράψει και να μην τα πάρετε ποτέ.
• Επαναλάβετε με δικά σας λόγια αυτά που σας είπε ο γιατρός. Χρησιμοποιήστε απλές προτάσεις όπως «Εννοείτε ότι...» ή «αν κατάλαβα καλά το πρόβλημα είναι…»
• Κρατήστε σημειώσεις κατά την διάρκεια της επίσκεψης. Αν νομίζετε ότι η μνήμη σας είναι αδύναμη, καταγράψτε αυτά που θα σας πει ο γιατρός σας. Αν πάλι δεν καταλαβαίνετε κάτι ρωτήστε τον για επιπλέον διευκρινήσεις.
• Μην φοβάστε να μιλήσετε για τους φόβους σας σχετικά με ότι ακούσατε. Ο γιατρός θα είναι σε θέση να ξεκαθαρίσει τυχόν παρανοήσεις.
• Αν επιθυμείτε να συζητήσετε κάτι το οποίο δεν θέλετε να εμφανίζεται στο ιατρικό ιστορικό σας, ζητήστε από τον γιατρό να μην το γράψει.
• Αν μπερδευτείτε με την ιατρική ορολογία, ζητήστε πιο κατανοητούς ορισμούς. Δεν υπάρχει λόγος να ντρέπεστε ούτε να νιώθετε άσχημα αν δεν καταλαβαίνετε.
• Πάρτε κάποιον μαζί σας. Αν θεωρείτε πως δεν θα μπορέσετε να καταλάβετε πλήρως λόγω της ακοής σας ή του άγχους σας, είναι καλό να πάρετε μαζί σας στον γιατρό κάποιον συγγενή ή φίλο σας. Έτσι οι πιθανότητες να ξεχάσετε κάτι μειώνονται.
• Πριν φύγετε πάρτε μαζί σας κάποιο τηλέφωνο επικοινωνίας. Έτσι ακόμα και αν έχετε κάποιες απορίες αφού πάτε σπίτι θα μπορέσετε να τις λύσετε.
• Μάθετε ποιές είναι οι καλύτερες ώρες να τηλεφωνήσετε στον γιατρό σε περίπτωση που έχετε ερωτήσεις μετά την επίσκεψη.
• Αναζητήστε βοήθεια την κατάλληλη στιγμή. Μην περιμένετε την τελευταία στιγμή για να κλείσετε ένα ραντεβού με τον γιατρό σας. Συνεννοηθείτε την τελευταία φορά που θα τον επισκεφθείτε πότε πρέπει να είναι η επόμενη.
• Πάντα να ρωτάτε. Μην φοβάστε να ρωτήσετε τον γιατρό σας για το οτιδήποτε. Ακόμα και αν θεωρείτε ότι κάτι είναι ανόητο αφήστε τον γιατρό σας να το κρίνει. Μην φεύγετε με απορίες που μπορεί να σας κοστίσουν την ανάρρωση σας.
Ρωτήστε τον γιατρό σας τις παρακάτω ερωτήσεις και κρατήστε σημειώσεις αν χρειάζεται:
• Ποιο νομίζετε ότι είναι το πρόβλημα και ποια η διάγνωση; Αν μπερδευτείτε με ιατρικούς όρους, μην ντραπείτε να ζητήσετε επεξηγήσεις.
• Χρειάζεται να κάνω κάποιες περαιτέρω εξετάσεις; Αν ναι, πού χρειάζεται να πάω για τις εξετάσεις και πόσο καιρό θα περιμένω περίπου για τα αποτελέσματα;
• Χρειάζεται να πάρω κάποια φάρμακα;
• Αν ναι, ποια είναι αυτά, κάθε πότε να τα παίρνω και για πόσο καιρό; Υπάρχουν κάποιες παρενέργειες που θα έπρεπε να γνωρίζω και για ποιες από αυτές θα έπρεπε να σας ενημερώσω;
• Αν όχι, τι χρειάζεται να κάνω για να θεραπευτεί το πρόβλημά μου; Χρειάζονται κάποιες αλλαγές στις συνήθειες μου;
Στην εποχή μας υπάρχει μια αυξανόμενη απαίτηση των ασθενών για όλο και περισσότερη ενημέρωση και συμμετοχή στη θεραπευτική διαδικασία. Από την άλλη πλευρά, ο ιατρός δεν παύει να αποτελεί την κύρια πηγή πληροφόρησης και κατά συνέπεια σε αυτόν ανήκει η κύρια ευθύνη για την ικανοποίηση των αναγκών των ασθενών.
Οι συμβουλές που θα δώσει ο γιατρός πρέπει να είναι απλές, σαφείς, κατανοητές, πειστικές και προσαρμοσμένες στην καθημερινότητα του συγκεκριμένου ασθενή. Περίπλοκες δίαιτες, αυστηροί κανόνες και ιδιαίτερα υψηλοί στόχοι προκαλούν απογοήτευση και αποτυγχάνουν. Μικρές σταδιακές αλλαγές βάζοντας ρεαλιστικούς στόχους οδηγούν συχνά σε εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα (ΡΑ) είναι μια αυτοάνοση νόσος που ωθεί το ανοσοποιητικό σύστημα ενός ατόμου να στραφεί εναντίον του, προκαλώντας βλάβες στα τοιχώματα των ιστών και των αρθρώσεων.
Το ανοσοποιητικό σύστημα στρέφεται εναντίον του ίδιου του οργανισμού προκαλώντας καταστροφές σε αρθρώσεις αλλά και άλλα όργανα (μάτια, δέρμα, πνεύμονες, καρδιά). Η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, προκαλεί χρόνιο πόνο και μη αναστρέψιμη βλάβη των αρθρώσεων, εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα.
Είναι πιο συχνή σε γυναίκες και άτομα ηλικίας 30-60 ετών αν και ορισμένοι τύποι αρθρίτιδας μπορεί να επηρεάσουν και παιδιά.
Η αρθρίτιδα αποτελεί μία από τις συχνότερες παθήσεις του ανθρώπου, μία από τις πρώτες αιτίες επίσκεψης των ασθενών στα ιατρεία και έναν από τους βασικούς λόγους απουσίας από τις επαγγελματικές αλλά και από τις καθημερινές δραστηριότητες.
Υπολογίζεται ότι, 103.000.000 άτομα στην Ευρώπη υποφέρουν από αρθρίτιδα και άλλες ρευματικές νόσους. Στη χώρα μας, το 15% περίπου του πληθυσμού (περισσότερο από 1.500.000 άτομα) επισκέπτονται το γιατρό με κάποιο πρόβλημα, που σχετίζεται με πόνο στις αρθρώσεις ή στον υπόλοιπο σκελετό.
Οι ρευματικές και οι μυοσκελετικές παθήσεις, όπως η οσφυαλγία, το αυχενικό σύνδρομο και οι φλεγμονώδεις αρθρίτιδες (ρευματοειδής αρθρίτιδα, αγκυλοποιητική, ψωριασική αρθρίτιδα) καθώς και η οστεοαρθρίτιδα, επηρεάζουν τους Έλληνες περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο χρόνιο πρόβλημα υγείας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας, στην Ελλάδα ζουν περίπου 100.000 ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα με το 25% να σταματά να εργάζεται σε διάστημα 5 ετών.
Δυστυχώς, υπάρχει σημαντική καθυστέρηση στην έγκαιρη διάγνωση σε ασθενείς με Ρευματοειδή Αρθρίτιδα στην Ελλάδα καθώς μόνο στο 27% η διάγνωση γίνεται στο πρώτο 3μηνο από την έναρξη της νόσου. Το γεγονός αυτό έχει σημαντική επίπτωση στην εξέλιξη του νοσήματος.
Αυτό που κάνει την αντιμετώπισή της δύσκολη, είναι το γεγονός ότι τα αίτια εμφάνισης της νόσου παραμένουν άγνωστα. Γνωρίζουμε βέβαια ότι η αρθρίτιδα μπορεί να επηρεάσει άτομα κάθε ηλικίας.
Οι επιπτώσεις της ασθένειας μπορεί να δυσχεράνουν την ολοκλήρωση καθημερινών εργασιών, ωθώντας αρκετούς ανθρώπους να αφήσουν την εργασία τους ή ακόμη και τις καθημερινές ασχολίες τους.
Κλειδί στην καλή εξέλιξη της πορείας της νόσου είναι η ανάπτυξη μιας καλής σχέσης μεταξύ γιατρού και ασθενή και το χτίσιμο κοινών στόχων που αφορούν την ασθένεια. Σήμερα το 1/3 των ασθενών θα βγει σε πρόωρη συνταξιοδότηση και το 30-40% δηλώνει ανικανότητα για εργασία πέντε χρόνια μετά τη διάγνωση. Με την έλευση των βιολογικών παραγόντων έχει υπάρξει βελτίωση της ικανότητας των ρευματοπαθών για εργασία αλλά ακόμα υπολείπεται σημαντικά έναντι του γενικού πληθυσμού.
Η διαχείριση των ασθενών με χρόνια φλεγμονώδη αρθρίτιδα που δεν ανταποκρίνονται καλά στη θεραπεία απασχολεί πλέον τους ειδικούς, καθώς πρόκειται για μια μεγάλη κατηγορία ασθενών που μέχρι σήμερα δεν έτυχε του ανάλογου ενδιαφέροντος, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.
Η κατηγορία αυτή των ασθενών που με την ενδεδειγμένη θεραπεία αντιμετωπίζουν σ' ένα βαθμό το πρόβλημά τους χωρίς, όμως, να γίνονται απολύτως καλά, υπολογίζεται περίπου στο 30%. Αν και δίνεται έμφαση στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπευτική παρέμβαση, χάνεται πολύτιμος χρόνος στους περισσότερους ασθενείς μέχρι να λάβουν το φάρμακο που τους ταιριάζει.
Η μέτρηση της ποιότητας ζωής των ασθενών με ΡΑ έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί φωτογραφίζει την κατάσταση της υγείας τους τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Από την μέτρηση αυτή μπορούν να εξαχθούν πολλά συμπεράσματα για το επίπεδο υγείας κάθε ασθενούς αλλά και κάθε συγκεκριμένης ομάδας ξεχωριστά. Η αποτύπωση αυτή μας δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τα προβλήματα και τις ανάγκες των ασθενών αυτών. Επιπλέον, η μέτρηση της ποιότητας ζωής έχει ρόλο-κλειδί στην αξιολόγηση της πορείας νόσου, στην εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των ιατρικών θεραπειών και των υγειονομικών παρεμβάσεων στο σύνολό τους καθώς και στο σχεδιασμό μελλοντικών θεραπειών.
Χρειάζονται τεκμηριωμένες απαντήσεις σε ερωτήματα, όπως μεταξύ άλλων ποιό φάρμακο ταιριάζει σε ποιόν ασθενή, ποιος είναι ο ακριβής ορισμός της ύφεσης στα διάφορα συμπτώματα, πόσο διαρκεί η θεραπεία, πως μπορεί να βελτιωθεί η συμμόρφωση των ασθενών στη θεραπεία.
Η δημιουργία της απαραίτητης συναισθηματικής σχέσης ιατρού-ασθενούς είναι ένα από τα κυριότερα συστατικά για την αποτελεσματική μεταξύ τους επικοινωνία, η οποία με τη σειρά της θα συμβάλλει στην επιτυχία της θεραπευτικής αντιμετώπισης. Στη σχέση αυτή, ο ιατρός αντιλαμβάνεται τα προβλήματα που παρουσιάζει ο ασθενής τόσο από σωματικής πλευράς όσο και από ψυχολογικής και κοινωνικής.
Από την αντίθετη πλευρά, ο ασθενής λόγω της συναισθηματικής σχέσης που έχει αναπτυχθεί αντιλαμβάνεται ότι ο ιατρός μπορεί να κατανοήσει και να συμμεριστεί τα προβλήματά του. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πολλές φορές χαρακτηρίζεται κάποιος ως καλός ιατρός. Καλός ιατρός είναι εκείνος που εκτός από τις ιατρικές του γνώσεις έχει την ικανότητα να δημιουργεί σταδιακά διαπροσωπικές σχέσεις με τους ασθενείς του, με τους συγγενείς αυτών και με τους υπόλοιπους επαγγελματίες υγείας οι οποίοι εργάζονται μαζί για ένα σκοπό, την προαγωγή υγείας του ανθρώπινου πληθυσμού.
Για να μπορέσει να βοηθήσει ο γιατρός τον ασθενή με ΡΑ θα πρέπει να θεμελιωθεί μια καλή σχέση.
Συμβουλές για να έχετε τα καλύτερα αποτελέσματα στην επίσκεψή σας στον γιατρό:
• Προετοιμάστε τι θα πείτε στον γιατρό σας πολύ πριν την επίσκεψη
• Κρατήστε σημειώσεις. Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που μπορείτε να κάνετε είναι να φτιάξετε μια λίστα με όλες σας τις ερωτήσεις πριν πάτε στον γιατρό. Με αυτόν τον τρόπο θα είστε προετοιμασμένοι από πριν και έτσι ο γιατρός θα ξέρει καλύτερα πώς να διαχειριστεί τον χρόνο που έχει. Επιπρόσθετα η επίσκεψη σας θα είναι πιο εποικοδομητική καθώς θα λυθούν όλες οι απορίες σας.
• Μορφώστε τον εαυτό σας. Η μόρφωση του ασθενή παίζει σημαντικό ρόλο στην καλή επικοινωνία με τον γιατρό. Μαζέψτε υλικό για την κατάστασή σας και διαβάστε το. Έτσι θα έχετε μια καλύτερη ιδέα για το τι σας συμβαίνει και το πώς μπορείτε να το αντιμετωπίσετε. Επίσης προσπαθήστε να εξοικειωθείτε με την ιατρική ορολογία της ασθένειάς σας.
• Να είστε ειλικρινείς. Η ειλικρίνεια είναι στοιχείο της καλής επικοινωνίας. Μην φοβάστε να εκφράσετε στον γιατρό σας τους φόβους και τις αμφιβολίες σας. Αν έχετε πρόβλημα με κάποιο από τα φάρμακα που θα σας γράψει είναι προτιμότερο να του το πείτε παρά να σας τα γράψει και να μην τα πάρετε ποτέ.
• Επαναλάβετε με δικά σας λόγια αυτά που σας είπε ο γιατρός. Χρησιμοποιήστε απλές προτάσεις όπως «Εννοείτε ότι...» ή «αν κατάλαβα καλά το πρόβλημα είναι…»
• Κρατήστε σημειώσεις κατά την διάρκεια της επίσκεψης. Αν νομίζετε ότι η μνήμη σας είναι αδύναμη, καταγράψτε αυτά που θα σας πει ο γιατρός σας. Αν πάλι δεν καταλαβαίνετε κάτι ρωτήστε τον για επιπλέον διευκρινήσεις.
• Μην φοβάστε να μιλήσετε για τους φόβους σας σχετικά με ότι ακούσατε. Ο γιατρός θα είναι σε θέση να ξεκαθαρίσει τυχόν παρανοήσεις.
• Αν επιθυμείτε να συζητήσετε κάτι το οποίο δεν θέλετε να εμφανίζεται στο ιατρικό ιστορικό σας, ζητήστε από τον γιατρό να μην το γράψει.
• Αν μπερδευτείτε με την ιατρική ορολογία, ζητήστε πιο κατανοητούς ορισμούς. Δεν υπάρχει λόγος να ντρέπεστε ούτε να νιώθετε άσχημα αν δεν καταλαβαίνετε.
• Πάρτε κάποιον μαζί σας. Αν θεωρείτε πως δεν θα μπορέσετε να καταλάβετε πλήρως λόγω της ακοής σας ή του άγχους σας, είναι καλό να πάρετε μαζί σας στον γιατρό κάποιον συγγενή ή φίλο σας. Έτσι οι πιθανότητες να ξεχάσετε κάτι μειώνονται.
• Πριν φύγετε πάρτε μαζί σας κάποιο τηλέφωνο επικοινωνίας. Έτσι ακόμα και αν έχετε κάποιες απορίες αφού πάτε σπίτι θα μπορέσετε να τις λύσετε.
• Μάθετε ποιές είναι οι καλύτερες ώρες να τηλεφωνήσετε στον γιατρό σε περίπτωση που έχετε ερωτήσεις μετά την επίσκεψη.
• Αναζητήστε βοήθεια την κατάλληλη στιγμή. Μην περιμένετε την τελευταία στιγμή για να κλείσετε ένα ραντεβού με τον γιατρό σας. Συνεννοηθείτε την τελευταία φορά που θα τον επισκεφθείτε πότε πρέπει να είναι η επόμενη.
• Πάντα να ρωτάτε. Μην φοβάστε να ρωτήσετε τον γιατρό σας για το οτιδήποτε. Ακόμα και αν θεωρείτε ότι κάτι είναι ανόητο αφήστε τον γιατρό σας να το κρίνει. Μην φεύγετε με απορίες που μπορεί να σας κοστίσουν την ανάρρωση σας.
Ρωτήστε τον γιατρό σας τις παρακάτω ερωτήσεις και κρατήστε σημειώσεις αν χρειάζεται:
• Ποιο νομίζετε ότι είναι το πρόβλημα και ποια η διάγνωση; Αν μπερδευτείτε με ιατρικούς όρους, μην ντραπείτε να ζητήσετε επεξηγήσεις.
• Χρειάζεται να κάνω κάποιες περαιτέρω εξετάσεις; Αν ναι, πού χρειάζεται να πάω για τις εξετάσεις και πόσο καιρό θα περιμένω περίπου για τα αποτελέσματα;
• Χρειάζεται να πάρω κάποια φάρμακα;
• Αν ναι, ποια είναι αυτά, κάθε πότε να τα παίρνω και για πόσο καιρό; Υπάρχουν κάποιες παρενέργειες που θα έπρεπε να γνωρίζω και για ποιες από αυτές θα έπρεπε να σας ενημερώσω;
• Αν όχι, τι χρειάζεται να κάνω για να θεραπευτεί το πρόβλημά μου; Χρειάζονται κάποιες αλλαγές στις συνήθειες μου;
Στην εποχή μας υπάρχει μια αυξανόμενη απαίτηση των ασθενών για όλο και περισσότερη ενημέρωση και συμμετοχή στη θεραπευτική διαδικασία. Από την άλλη πλευρά, ο ιατρός δεν παύει να αποτελεί την κύρια πηγή πληροφόρησης και κατά συνέπεια σε αυτόν ανήκει η κύρια ευθύνη για την ικανοποίηση των αναγκών των ασθενών.
Οι συμβουλές που θα δώσει ο γιατρός πρέπει να είναι απλές, σαφείς, κατανοητές, πειστικές και προσαρμοσμένες στην καθημερινότητα του συγκεκριμένου ασθενή. Περίπλοκες δίαιτες, αυστηροί κανόνες και ιδιαίτερα υψηλοί στόχοι προκαλούν απογοήτευση και αποτυγχάνουν. Μικρές σταδιακές αλλαγές βάζοντας ρεαλιστικούς στόχους οδηγούν συχνά σε εντυπωσιακά αποτελέσματα.
0 commentaires:
Enregistrer un commentaire