Eπιμέλεια Αλέξανδρος Γιατζίδης, M.D., medlabnews.gr
Τους τελευταίους μήνες δημοσιεύτηκαν μελέτες που φαίνεται να ανατρέπουν τα παλαιότερα δεδομένα όπου το αλάτι έβλαπτε την καρδιά. Βέβαια αν διαβάσει κανείς αυτές τις μελέτες καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το αλάτι είναι καλό να αποφεύγεται από τους υπερτασικούς αλλά όχι από όλο τον υπόλοιπο πληθυσμό που δεν έχει πρόβλημα.
Μέχρι πρότινος ίσχυε ότι:
Οι ενήλικες πρέπει να μειώσουν την ημερήσια πρόσληψη άλατος στα 6 γραμμάρια την ημέρα (ποσότητα που αντιστοιχεί σε ένα κουταλάκι του καφέ), αν θέλουν να ελαττώσουν την αρτηριακή τους πίεση και τον κίνδυνο αναπτύξεως στεφανιαίας νόσου και εγκεφαλικού.
Συγκεκριμένα αν μειωθεί η κατανάλωση άλατος κατά 3,5 γραμμάρια ημερησίως (από τα 9,5 γραμμάρια που καταναλώνουν οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα, στα 6), θα υπάρξει μείωση κατά 13% στα εγκεφαλικά και κατά 10% στη στεφανιαία νόσο.
Το αλάτι αποτελείται κατά 40% από νάτριο και κατά 60% από χλώριο. Το νάτριο είναι απαραίτητο για τη ρύθμιση της ισορροπίας των υγρών στον οργανισμό, καθώς και για τη μεταφορά ηλεκτρικών φορτίων. Ωστόσο, 1 γραμμάριο την ημέρα είναι αρκετό για να καλυφθούν αυτές οι ανάγκες.
Το πολύ αλάτι αυξάνει την αρτηριακή πίεση – και η υπέρταση αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη καρδιαγγειακών ασθενειών. Η αύξηση της πιέσεως οφείλεται στο ότι το νάτριο προκαλεί κατακράτηση υγρών και οι περιττές ποσότητες νερού μέσα στα αγγεία, αυξάνουν την πίεση σε αυτά.
Ποσοστό έως 75% του άλατος που καταναλώνει ο μέσος άνθρωπος κρύβεται σε τρόφιμα, όπως τα επεξεργασμένα κρέατα (λ.χ. αλλαντικά), το τυρί, τα δημητριακά, το ψωμί, τα έτοιμα γεύματα, τα πατατάκια, οι αλατισμένοι ξηροί καρποί και γενικώς τα αλμυρά εδέσματα.
Γι’ αυτό τον λόγο, οι καταναλωτές μπορούν να προσθέτουν στο φαγητό τους όσο το δυνατόν λιγότερο αλάτι και να διαβάζουν τις συσκευασίες των τροφίμων, ώστε να εντοπίζουν το αλάτι που περιέχουν και το οποίο αντιστοιχεί στην περιεκτικότητα σε νάτριο (sodium).
Το αλάτι αποτελείται κατά 40% από νάτριο και κατά 60% από χλώριο. Το νάτριο είναι απαραίτητο για τη ρύθμιση της ισορροπίας των υγρών στον οργανισμό, καθώς και για τη μεταφορά ηλεκτρικών φορτίων. Ωστόσο, 1 γραμμάριο την ημέρα είναι αρκετό για να καλυφθούν αυτές οι ανάγκες.
Το πολύ αλάτι αυξάνει την αρτηριακή πίεση – και η υπέρταση αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη καρδιαγγειακών ασθενειών. Η αύξηση της πιέσεως οφείλεται στο ότι το νάτριο προκαλεί κατακράτηση υγρών και οι περιττές ποσότητες νερού μέσα στα αγγεία, αυξάνουν την πίεση σε αυτά.
Ποσοστό έως 75% του άλατος που καταναλώνει ο μέσος άνθρωπος κρύβεται σε τρόφιμα, όπως τα επεξεργασμένα κρέατα (λ.χ. αλλαντικά), το τυρί, τα δημητριακά, το ψωμί, τα έτοιμα γεύματα, τα πατατάκια, οι αλατισμένοι ξηροί καρποί και γενικώς τα αλμυρά εδέσματα.
Γι’ αυτό τον λόγο, οι καταναλωτές μπορούν να προσθέτουν στο φαγητό τους όσο το δυνατόν λιγότερο αλάτι και να διαβάζουν τις συσκευασίες των τροφίμων, ώστε να εντοπίζουν το αλάτι που περιέχουν και το οποίο αντιστοιχεί στην περιεκτικότητα σε νάτριο (sodium).
Όμως νεότερες μελέτες καταλήγουν ότι:
Οι άνθρωποι που τρώνε πολύ αλάτι δεν έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν υψηλή πίεση αίματος και μικρότερο κίνδυνο να πεθάνουν από την καρδιά τους, σε σχέση με όσους καταναλώνουν λίγο αλάτι, σύμφωνα με μια νέα ευρωπαϊκή επιστημονική έρευνα, που φαίνεται να «απενοχοποιεί» το αλάτι σε σημαντικό βαθμό.
Τα νέα ευρήματα, που παρουσιάστηκαν στο περιοδικό του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου (JAMA), «σίγουρα δεν υποστηρίζουν τις σημερινές συστάσεις για μείωση της κατανάλωσης αλατιού από τον γενικό πληθυσμό», δήλωσε ο υπεύθυνος της μελέτης δρ Γιαν Στάεσεν, του Τμήματος Καρδιαγγειακών Παθήσεων του βελγικού πανεπιστημίου της Λουβέν.
Οι Βέλγοι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 3.700 Ευρωπαίους και έκαναν διαδοχικές μετρήσεις της λήψης αλατιού μέσω δειγμάτων ούρων. Οι εθελοντές είχαν χωριστεί σε τρεις ομάδες, ανάλογα με την κατανάλωση αλατιού (χαμηλή-μέση-υψηλή). Κανείς δεν είχε πρόβλημα με την καρδιά του στην αρχή της έρευνας, και τα δύο τρίτα είχαν φυσιολογική πίεση.
Η μελέτη διήρκεσε οκτώ χρόνια και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πιθανότητα να εμφανιστεί πρόβλημα στην καρδιά και γενικά καρδιαγγειακό πρόβλημα δεν διέφερε στις τρεις ομάδες, παρόλο που κατανάλωναν διαφορετικές ποσότητες αλατιού. Μάλιστα, όσοι έτρωγαν το λιγότερο αλάτι εμφάνισαν το υψηλότερο ποσοστό θανάτου (4%) από την καρδιά τους, έναντι μόλις 1% όσων έτρωγαν το περισσότερο αλάτι. Και στις τρεις ομάδες, περίπου το ένα στα τέσσερα άτομα, που είχαν ξεκινήσει με κανονική πίεση, στην πορεία εμφάνισαν υπέρταση.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η συστολική πίεση του αίματος (αλλά όχι η διαστολική) αύξανε διαχρονικά, όσο αύξανε η λήψη αλατιού, όμως η αύξηση ήταν πολύ μικρή και δεν κρίθηκε ότι έχει επιπτώσεις για την υγεία.
Ο Στάεσεν δήλωσε ότι, παρά τα συμπεράσματα της μελέτης, έχει πάντα νόημα να μειώσουν το αλάτι όσοι έχουν ήδη υψηλή πίεση ή όσοι πάσχουν από την καρδιά τους, όμως διευκρίνισε ότι δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος να συστήσει κανείς στο γενικό πληθυσμό να μειώσει την κατανάλωση αλατιού. Δεν απέκλεισε μάλιστα η μείωση του αλατιού να έχει και παρενέργειες, αφού μπορεί στη θέση του να χρησιμοποιούνται από τα εστιατόρια ή τις εταιρίες τροφίμων άλλες δυνητικά επιβλαβείς ουσίες και συντηρητικά για να αναπληρώσουν την απώλεια γεύσης.
To σίγουρο είναι ότι το αλάτι είναι καλό να το αποφεύγουν οι υπερτασικοί και γενικά όσοι πάσχουν από την καρδιά τους.
ΠΗΓΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΑ ΝΕΑ
Reuters
0 commentaires:
Enregistrer un commentaire